Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2007

Μηνύματα από το παρόν για το μέλλον

Σίγουρα όλοι μας ακούσαμε τις προηγούμενες ημέρες για τα εκτεταμένα (για μια ακόμη φορά) επεισόδια στο Παρίσι. Την προηγούμενη Πέμπτη στο λιμάνι της Πάτρας είχαμε ανάλογα επεισόδια. Οπωσδήποτε τα τελευταία δεν έχουν το ειδικό βάρος αυτών της Γαλλίας όμως ίσως είναι ενδεικτικά για το τι μπορεί να συμβεί στο μέλλον αν δε ληφθούν μέτρα. Δεν θα πρέπει επίσης να ξεχνάμε τις δηλώσεις του δημάρχου Αθηναίων κ. Ν. Κακλαμάνη ο οποίος προειδοποίησε ότι αν δεν ενεργήσει η πολιτεία εγκαίρως η Αθήνα κινδυνεύει να αντιμετωπίσει φαινόμενα ανάλογα με αυτά που αντιμετωπίζει τα τελευταία δύο χρόνια η Πόλη του Φωτός. Τούτες τις μέρες όμως είχαμε και ένα άλλο θλιβερό και συνάμα εξοργιστικό γεγονός. Αυτό δεν είναι άλλο από το κατεστραμμένο σχολείο στο κέντρο της Αθήνας. Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία στο συγκεκριμένο περιστατικό είναι ότι το σχολείο κατελήφθη και από αλλοδαπούς οι οποίοι κατέβασαν την ελληνική σημαία από τον ιστό της και ανέβασαν την σημαία της χώρας τους.(στο θέμα αυτό αναφέρθηκε ο Χ. Λαζαρίδης στον Ε. Τ.). Εδώ εύλογα θα αναρωτηθεί κάποιος εαν πλέον το ελληνικό κράτος έχει χάσει τον έλεγχο και αδυνατεί να επιβάλει την τάξη.
Αυτό που έχει καταστεί σαφές τα τελευταία χρόνια είναι ότι στην ελληνική κοινωνία έχει εμπεδωθεί ένα αίσθημα ανασφάλειας. Το φαινόμενο αυτό δεν είναι βέβαια μόνο ελληνικό αλλά εμφανίζεται ακόμη εντονότερο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπου πλέον αποτελεί κομβικό σημείο συζήτησης στις εκλογικές αναμετρήσεις (βλ. Γαλλία, Ελβετία, Δανία, Νορβηγία). Έστω και αν η κατάσταση δεν έχει φθάσει ακόμα στο απροχώρητο απαιτούνται συγκεκριμένες και καθαρές λύσεις από την κυβέρνηση στην οποία εντέλει ανήκει και η ευθύνη για τη νομοθεσία και την επιβολή της τάξης. Δυστυχώς η ΝΔ από τότε που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας ελάχιστα πράγματα έχει κάνει προς αυτή την κατεύθυνση. Όπως και στο θέμα του βιβλίου της Ιστορίας δείχνει να είναι όμηρος της πολιτικής ορθότητας (της μεγαλύτερης ασθένειας της εποχής μας) και των ιδεολογημάτων της Αριστεράς, μιας Αριστεράς πλήρως αναξιόπιστης στο θέμα αυτό.(ενδεικτικό είναι ότι κατά τη διάρκεια των επεισοδίων της Πάτρας μέλη ακροαριστερών ομάδων συμμετείχαν υπέρ αυτών που τα προκάλεσαν). Όμως το πρόβλημα δεν μπορεί να περιμένει. Η ΝΔ μπορεί να δώσει λύσεις αρκεί να το θελήσει. Λύσεις οι οποίες θα απορρέουν από τη δική της ιδεολογία και όχι των αντιπάλων. Άλλωστε το να προσπαθείς να είσαι αρεστός στους αντιπάλους σου κατάλαβε πολύ καλά τι σημαίνει η πρώην Υπουργός Παιδείας κ. Γιαννάκου η οποία στις δημοσκοπήσεις ήταν περισσότερο δημοφιλής στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ παρά σε αυτούς της ΝΔ. Το αποτέλεσμα πιστεύω είναι σε όλους γνωστό. Ας κάνει λοιπόν η κυβέρνηση το χρέος της, να νομοθετήσει και να επιβάλει την τάξη. Για να μην έχουμε ακόμη πιο άσχημα μηνύματα..

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2007

Παβλοφικές αντιδράσεις για το Μακεδονικό

του Σταύρου Λυγερού

Εάν ο Κ. Καραμανλής είχε αποδεχθεί την ένταξη στο ΝΑΤΟ με την προσωρινή ονομασία ΠΓΔΜ, η Ελλάδα θα είχε εγκαταλείψει το μοναδικό όπλο της για να πειθαναγκάσει τα Σκόπια. Η ειρωνεία είναι ότι ενώ θα είχε διαπράξει ένα διά παραλείψεως εθνικό έγκλημα, δεν θα είχε αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα ούτε από την αντιπολίτευση ούτε στο εσωτερικό της Ν.Δ. Το ΛΑΟΣ θα «ανέβει στα κεραμίδια» έτσι κι αλλώς. Τα υπόλοιπα κόμματα θα περνούσαν την υπόθεση στο «ντούκου». Οσο για τους μακεδονομάχους «γαλάζιους» βουλευτές, αυτοί αντιδρούν σχεδόν παβλοφικά κι όχι πολιτικά. Επειδή πρακτικά το δίλημμα είναι ή σύνθετη ονομασία ή σκέτο «Μακεδονία», όποιος απορρίπτει το πρώτο εξ αντικειμένου εργάζεται υπέρ του δεύτερου.
Το εθνικό θέμα είχε εξαρχής εγκλωβιστεί στη μέγγενη δύο λανθασμένων και αντιπαραγωγικών γραμμών. Από τη μία ήταν ότι το όνομα δεν έχει και πολύ σημασία. Από την άλλη το «ούτε Μακεδονία ούτε παράγωγα». Το εθνικό ζητούμενο, όμως, είναι να ακυρωθεί η κρατική ιδεολογία των Σκοπίων περί «διαμελισμένης μακεδονικής πατρίδας». Η Μακεδονία δεν είναι πατρίδα ενός έθνους. Ηταν και παραμένει μία πολυεθνική περιοχή. Υπάρχει σλαβομακεδονικό, αλλά όχι μακεδονικό έθνος. Υπάρχει σλαβομακεδονική, αλλά όχι μακεδονική γλώσσα.
Η προσπάθεια των Σλαβομακεδόνων (στη συντριπτική πλειοψηφία τους ζουν στην ΠΓΔΜ) να οικειοποιηθούν τον όρο Μακεδονία δεν είναι καθόλου αθώα. Υποδηλώνει επεκτατική πρόθεση. Είναι η προσπάθεια ενός Μέρους να εμφανισθεί σαν Ολο. Είναι σαν η Ελλάδα να αποφάσιζε ότι εφεξής θα ονομάζεται Ευρώπη! Είναι κι αυτή μέρος της Ευρώπης, αλλά δεν είναι η Ευρώπη.
Το ζήτημα δεν είναι εάν η Αθήνα θα αποδεχθεί μία οποιαδήποτε σύνθετη ονομασία. Είναι να επιβληθεί η σύνθετη ονομασία, που απεικονίζει την πραγματικότητα. Η ύπαρξη αλβανικής κοινότητας στην ΠΓΔΜ δεν επιτρέπει να χρησιμοποιηθεί ως μόνιμη ονομασία ένας εθνογεωγραφικός όρος, όπως Σλαβομακεδονία. Για να ακυρωθεί το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού, το όνομα πρέπει να είναι ένας αμιγώς γεωγραφικός όρος, όπως Ανω Μακεδονία (Γκορναματσεντόνια). Ακριβώς επειδή αυτή η ονομασία αντανακλά με ακρίβεια την πραγματικότητα, ουσιαστικά δεν αποτελεί συμβιβασμό ούτε για τους Ελληνες ούτε για τους Σλαβομακεδόνες. Εάν η Αθήνα είχε συνοδεύσει την απειλή άσκησης βέτο με μία τέτοια πρόταση για το οριστικό όνομα της ΠΓΔΜ, η πολιτική της θα είχε μεγαλύτερη απήχηση στη διεθνή κοινότητα.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε την Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2007 στην Καθημερινή

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2007

Τι (δεν) είδα στο Εθνικό Συμβούλιο

Σάββατο βράδυ και ο απανταχού ελληνισμός είναι καθηλωμένος στην τηλεόραση προκειμένου να παρακολουθήσει τα τεκταινόμενα στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ. Οι βραδυνές βόλτες έχουν πάει περίπατο, εξάλλου αυτό που συμβαίνει από τις 16 Σεπτεμβρίου και εξής είναι «μείζονος» «εθνικής» σημασίας.
Και οι τρεις αρχηγίσκοι αισθάνονται βαρύ το φορτίο στους ώμους τους. Τα μαχαίρια έχουν βγει εδώ και καιρό και αν και οι υποψήφιοι είναι τρεις, δύο είναι ουσιαστικά τα ερωτήματα:
Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να μείνει ενιαίο;
Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να εκφράσει μια συγκεκριμένη και στιβαρή πολιτική θέση για τα προβλήματα της Ελλάδας και του ελληνισμού;
Το πού θα βρίσκεται πολιτικά η θέση που θα προκύψει από αυτές τις διαδικασίες ίσως έχει λίγη σημασία. Στο κάτω-κάτω αναφερόμαστε στο κόμμα που εκφράζει καλύτερα από όλα τα υπόλοιπα τον πολιτικό χαμελαιοντισμο. Το αποτέλεσμα των πρόσφατων βουλευτικών εκλογών είναι σαφές. Η κοινωνία θέλει από το ΠΑΣΟΚ να αλλάξει. Το πώς, με ποια πρόσωπα και προς ποια κατεύθυνση, το αν το έκανε σωστά ή πάλι κατέφυγε σε μέσες λύσεις θα είναι αντικείμενο κριτικής στο μέλλον.
Εθνικό Συμβούλιο λοιπόν και το σκηνικό ίδιο και απαράλλαχτο για μια ακόμα φορά.
Εντός της αιθούσης παράλληλοι μονόλογοι και κατηγορίες προς όλες τις κατευθύνσεις:
Ο απολογισμός της τριετούς διαχείρισης της ηγεσίας του Κινήματος από τον Γεώργιο Παπανδρέου jr. έχει σαν πρόλογο, κύριο θέμα και επίλογο ότι για το 38% της 16ης Σεπτεμβρίου φταίει το περιβάλλον Σημίτη και ο κατά τα λοιπά καλός «εκσυγχρονισμός» που επιχειρήθηκε από το 1996 έως το 2004. Η αυτοκριτική περιορίζεται σε φράσεις του στυλ «έφταιξα γιατί δεν περιόρισα τις πολλές φωνές, τις στρογγυλοποιήσεις και τα περιβάλλοντα», που σημαίνει ότι και πάλι φταίνε οι «άλλοι»!
Ο Βενιζέλος επισήμανε ότι το Κίνημα δεν είχε σαφές πρόγραμμα και σαφείς προσανατολισμούς. Τα χρόνια όμως που μεσολάβησαν από το 2004 το κύριο μέλημά του ήταν να παρατηρεί ότι ο αρχηγός του είχε λογοτεχνικές αναζητήσεις, ή ότι πού και πού χρειαζόταν ένα αγγλο-ελληνικό λεξικό για να μιλήσει στη Βουλή. Περί των προγραμματικών θέσεων, της ταμπακιέρας δηλαδή, κανένας λόγος, σαν να έχει μεγαλύτερη σημασία ο τρόπος εκφοράς των θέσεων και όχι οι θέσεις αυτές καθ’ αυτές.
Ο τρίτος διεκδικητής θυμίζει λίγο ή πολύ τον Βύρωνα Πολύδωρα, όταν διεκδίκησε την αρχηγία της ΝΔ το 1996. Τότε ζήτησε την αγάπη των όσων συμμετείχαν στην εκλογική διαδικασία και εκείνοι τον ακολούθησαν πιστά! Του έδωσαν την αγάπη τους, ενώ η ψήφος τους πήγε στον Κώστα Καραμανλή ή στο Γιώργο Σουφλιά!
Τη στιγμή όμως που μέρα με τη μέρα οι κατηγορίες αυξάνουν και γίνονται ολοένα πιο προσωπικές και τα χτυπήματα εναλλάσσονται από κάτω από τη μέση σε πισώπλατα και αντίστροφα, ποιος είναι εκείνος που μπορεί να πιστέψει ότι το αποτέλεσμα όλων αυτών θα είναι ένα κατ’ ουσία αναγεννημένο ΠΑΣΟΚ; Πώς θα ξεχαστούν όλα όσα ειπώθηκαν και πώς θα αμβλυνθούν οι διαφορές στην πολιτική; Εκτός βέβαια αν αυτές δεν υπάρχουν ουσιαστικά, αλλά το ζητούμενο από την όλη διαδικασία είναι το ποιος θα έχει μετά τις 18 Νοεμβρίου τον πλήρη έλεγχο στο εσωτερικό του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το πρωταρχικό ζητούμενο για τους δύο κύριους διεκδικητές της αρχηγίας είναι να βγάλουν από πάνω τους τις μέχρι τώρα ταμπέλες: Ο μεν Παπανδρέου να βγάλει τη στάμπα του μονίμως δεύτερου και του «πατέρα άκουσες τα νέα» (όπως πολύ εύστοχα είχε πει η περιβόητη Ντένη Μαρκορά), ο δε Βενιζέλος τη στάμπα του μόνιμου δελφίνου, του νέου Ιζνογκούντ που κινείται υπό το καθεστώς της υπέρμετρης φιλο(ματαιο)δοξίας και των αλλότριων εντολών.
Το αμέσως επόμενο θέμα είναι η δημιουργία μιας ουσιαστικά νέας αρχηγικής ομάδας, γιατί είναι παραπάνω από προφανές ότι οι μορφές του Πάγκαλου, της Διαμαντοπούλου, του Άκη και του Κακλαμάνη, όσο καλτ και αν είναι δεν μπορούν να εκφράσουν ούτε να υλοποιήσουν κάτι διαφορετικό και ελπιδοφόρο.
Το τρίτο και ίσως σημαντικότερο και σαφέστατα αυτό που είχε λείψει μέχρι σήμερα από το ΠΑΣΟΚ είναι το όραμα για τη χώρα. Εδώ που τα λέμε, μέχρι τώρα δεν υπήρχε καν όραμα για το ΠΑΣΟΚ...

Αφορμή για το παραπάνω κείμενο, πέρα από τα όσα έλαβαν χώρα αυτές τις μέρες είναι και το άρθρο της Δήμητρας Κρουστάλλη, στις 30 Σεπτεμβρίου στο Βήμα.

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2007

Ένα έγκλημα με τα δάση βελανιδιάς

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. Την ανάγκη αλλαγής του τρόπου διαχείρισης των δασών όπως αυτών της βελανιδιάς, υιοθετώντας άλλες συμπεριφορές που θα αποδίδουν περισσότερο στην αντιμετώπιση του φαινομένου του θερμοκηπίου επισήμαναν ειδικοί επιστήμονες σε ημερίδα για τη συμβολή των δασών στο Πρωτόκολλο του Κιότο.
Μία από αυτές τις αλλαγές όπως την παρουσίασε στην ημερίδα ο καθηγητής Δασολογίας του ΑΠΘ κ Θεοχ. Ζιάγκας είναι η προστασία του δάσους της βελανιδιάς το οποίο αναδεικνύεται σε πολύτιμο φίλτρο για τη συγκράτηση του διοξειδίου του άνθρακα. Ο καθηγητής προτείνει αντί να αποψιλώνονται τα δάση βελανιδιάς στην Ελλάδα για την παραγωγή καυσόξυλων ευτελούς αξίας να μένουν ανέπαφα να μεγαλώνουν και να αναπτύσσονται, για να κατακρατούν το διοξείδιο του άνθρακα (το κυρίαρχο απ’ τα αέρια του θερμοκηπίου), αφού έχουν την ικανότητα να κρατούν 20 φορές περισσότερο απ’ ό,τι τα άλλα δάση. Για την Ελλάδα είναι αξιοπρόσεκτη αυτή η παράμετρος διότι όπως εξήγησε ο καθηγητής οι βελανιδιές αποτελούν περίπου το 1/3 της συνολικής δασικής έκτασης στη χώρα, η οποία λόγω των καταστροφικών πυρκαγιών έχει πέσει στο 25% ενώ θεωρητικά θα μπορούσε να φτάνει το 75%.
«Σήμερα τα δάση βελανιδιάς στη χώρα μας υλοτομούνται αποψιλωτικά ανά 20 χρόνια, και επειδή οι βελανιδιές δεν προλαβαίνουν σ’ αυτό το διάστημα ν αναπτυχθούν, το ξύλο τους καταλήγει μόνο για τα καυσόξυλα η πώληση των οποίων συνήθως δεν καλύπτει ούτε τα έξοδα υλοτόμησης κι εξαγωγής, ενώ θα μπορούσαμε να έχουμε τεράστια περιβαλλοντικά και οικονομικά οφέλη τη στιγμή που η χώρα μας είναι στο... κόκκινο κι αγοράζει δικαιώματα εκπομπών αερίων», ανέφερε ο ίδιος.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε το Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2007, στην Καθημερινή

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2007

Εθνικός Δρυμός Πάρνηθας

Λόγω της μεγάλης καταστροφής που προκάλεσε η πυρκαγιά που εκδηλώθηκε στις 28-06-2007 στην περιοχή του Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας το οικοσύστημα υπέστη σοβαρές ζημίες, μ’ αποτέλεσμα να αλλάξει η μορφή του και ως εκ τούτου οι πολύτιμες πληροφορίες που υπάρχουν στην ιστοσελίδα αυτή θα πρέπει να αλλάξουν.
Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας και σύντομα θα είμαστε και πάλι κοντά σας με νέες χρήσιμες πληροφορίες και με τα μέτρα που θα ληφθούν για την προστασία του Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας.
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
ΔΑΣΑΡΧΕΙΟ ΠΑΡΝΗΘΑΣ
Λεωφ. Θρακομακεδόνων 142, Αχαρνές.
Τ.Κ. 13601
Τηλ.: 210 2434061-3
fax.: 210 2434064

Αυτή είναι η ανακοίνωση που βρίσκεται πλέον στον επίσημο δικτυακό τόπο του Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας

Ανοιχτό μυαλό, αδέσμευτος ψυχισμός

του Χρήστου Γιανναρά

Τελικά ό,τι ονομάζουμε «ποιότητα» του ανθρώπου δεν είναι ένας αφηρημένος χαρακτηρισμός, υποκειμενική εκτίμηση (ή «αίσθηση») αντικειμενικά ανεπίδεκτη αιτιολόγησης. Σίγουρα δεν είναι η ποιότητα συνάρτηση ή σύνθεση μετρητών συντελεστών, όπως, λ.χ., οι σπουδές, η ενασχόληση με την τέχνη, η τεταμένη ευαισθησία, το επίπεδο των κοινωνικών αναστροφών, τα ταξίδια. Αιωρείται οδυνηρά αναπάντητο το ερώτημα του George Steiner: «Πώς γίνεται ανθρώπινα πλάσματα να εκτελούν μεταρσιωμένοι Μπαχ ή Σούμπερτ το βράδυ, και το επόμενο πρωί να βασανίζουν φρικιαστικά συνανθρώπους τους;».

Αξίζει να δοκιμάσει ο καθένας μας, (να επιχειρήσει εμπειρική επαλήθευση ή διάψευση) ένα πολύ συγκεκριμένο και πρακτικό κριτήριο προσδιορισμού της ανθρώπινης ποιότητας: Την ετοιμότητα αυτοαμφισβήτησης, ετοιμότητα παραίτησης από βεβαιότητες, κριτικού ελέγχου των ψυχολογικών επιλογών και των ιδεολογικών πεποιθήσεων. Το κριτήριο «να επιδιώκει ο άνθρωπος, να φανερώνει και να καλλιεργεί μιαν αξιοκρατία του απρόβλεπτου», με τα λόγια και πάλι του Steiner.
Βέβαια, ένα τέτοιο κριτήριο προσδιορισμού της ανθρώπινης ποιότητας, αν επαληθευθεί και ισχύει, ίσως μας βυθίσει σε πανικό: Στην ελλαδική κοινωνία μας σήμερα μοιάζει να αξιολογούνται οι άνθρωποι, να προωθούνται σε υψηλές θέσεις και να κερδίζουν δημοσιότητα, φήμη, προβολή, μόνο ανάλογα με την αυτοβεβαιότητα που διαθέτουν, τον αέρα του αλάθητου και την αράγιστη θωράκισή τους σε ασάλευτες πεποιθήσεις. Αν η ετοιμότητα αυτοαμφισβήτησης, το ανοιχτό μυαλό και ο αδέσμευτος ψυχισμός είναι το κριτήριο της ανθρώπινης ποιότητας, τότε η ελλαδική κοινωνία σήμερα εμφανίζεται εντελώς άποια, παγιδευμένη μετά ηδονής σε επίπεδο κατώτατης υποστάθμης.
Αυτή η πιστοποίηση συνάγεται τεκμηριωμένα όχι από δημοσκοπήσεις και στατιστικές μετρήσεις, αλλά από την εικόνα της ελλαδικής κοινωνίας που προβάλλουν οι τηλεοράσεις, τα ραδιόφωνα, ο Τύπος. Πολιτικοί αρχηγοί κομματικά στελέχη, βουλευτές και πολιτευόμενοι θεωρούν αυτονόητο προσόν τη γελοιότητα των κομπασμών, την παιδαριωδία των αλαζονικών βεβαιοτήτων. Κόπτονται και φωνασκούν, μόνο εξαγγελτικά, δίχως το παραμικρό λογικό επιχείρημα ή αποδεικτικό δεδομένο, ότι το κόμμα τους είναι το αδιαμφισβήτητα υπέρτερο, ο αρχηγός τους ανυπέρβλητος, ο εκλογικός τους θρίαμβος απόλυτα εξασφαλισμένος προκαταβολικά.
Τέτοια μικρονοϊκή καυχησιολογία αν εμφανιστεί σε ιδιωτική συντροφιά, θα την αντιπαρέλθουμε όλοι με συγκαταβατικά χαμόγελα και οίκτο για τον αυτουργό. Ομως, στην ελλαδική κοινωνία σήμερα αυτή είναι το κυρίαρχο μοντέλο δημόσιας συμπεριφοράς. Το αναπαράγουν νυχθημερόν οι τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα, το ανέχεται και το δικαιώνει ο Τύπος. Με αποτέλεσμα, τεράστιες μάζες ανθρώπων, ακόμη σήμερα, ύστερα από τόσην εμπειρία της ανικανότητας, της ιδιοτέλειας, της διαφθοράς και του λακεδισμού των επαγγελματιών της πολιτικής, να βγαίνουν στις πλατείες, με σημαίες και καραμούζες, για να αποθεώσουν ανθρώπους που δεν θα τους ανέθετε ποτέ κανείς «ούτε τη διαχείριση περιπτέρου» (Χαρίδ. Τσούκος). Είναι ή όχι βυθισμένη σε κατώτατη υποστάθμη ποιοτικών αξιολογήσεων η ελλαδική κοινωνία;
Το κυρίαρχο μοντέλο αλαζονικής αυτοβεβαιότητας και γελοιώδους αλαθήτου το πιθηκίζουν στερεότυπα οι κάπηλοι του συνδικαλισμού. Κάθε βάναυσο, αντικοινωνικό τους ενέργημα το δικαιολογούν ως «μέσο» που το «αγιάζει ο σκοπός», αλλά ο «σκοπός» είναι μόνο λέξεις ηχηρές, κενές από κάθε αντίκρισμα πραγματικότητας. Τα «κοινωνικού κόστους» σαδιστικά ενεργήματα που τιτλοφορούνται στην Ελλάδα «συνδικαλισμός», είναι ασφαλώς τα «μέσα» στην επιδίωξη της ωμής ιδιοτέλειας των ηγητόρων, της αναρρίχησής τους σε θώκους βουλευτικούς και υπουργικούς.
Στους αντίποδες του κριτηρίου της ποιότητας, κορυφαία αναπαραγωγή του μοντέλου των κομπασμών και της κωμικής καυχησιολογίας μετέρχονται και τα τηλεοπτικά κανάλια: Επαγγέλλονται «εγκυρότητα, αξιοπιστία και σοβαρότητα, σφαιρική και ουσιώδη πληροφόρηση, μετάδοση μόνο διασταυρωμένων ειδήσεων, αποκάλυψη της αλήθειας όσο ενοχλητική και αν είναι». Διαφημίζουν τέτοια ποιότητα κανάλια που λειτουργούν με προκλητική, χυδαία μεροληψία, με δημοσιογραφικό πρωτογονισμό κομματικής στράτευσης. Εχουν μεταβάλει τα δελτία ειδήσεων σε θέαμα ευτελέστατου και μικρονοϊκού λαϊκισμού, φτηνιάρικο καβγά ασυμμάζευτης εμπάθειας, οιηματικών ακκισμών, χλεύης, συκοφαντικών υπαινιγμών. Και η ελλαδική κοινωνία ανταμείβει αυτήν την υποστάθμη με πρωτιές τηλεθέασης.
Σε ευρύτατα κοινωνικά στρώματα, κυρίως όμως στην πολιτική, δημοσιογραφική, καλλιτεχνική και πανεπιστημιακή αρένα, όπου η «επιτυχία» κερδίζεται με ανθρωποφάγο ανταγωνισμό, η περιθωριοποίηση της ποιότητας κατορθώνεται με τη μέθοδο της ετικέτας: Ο επικίνδυνος λόγω της ποιοτικής του υπεροχής παραμερίζεται για τους μεν ως «δεξιός», «συντηρητικός», «σκοταδιστής», «εθνικιστής», για του δε απλώς ως «μη-δικός μας». Ολοι ξέρουν ότι η λέξη «δεξιός» είναι εντελώς άδεια από κάθε περιεχόμενο, ότι η Ελλάδα γνώρισε τον συνεπέστερο καπιταλισμό με «σοσιαλιστική» κυβέρνηση και την προκλητικότερη αρνησιπατρία με δεξιά καραμανλική κυβέρνηση. Ομως στα γραφεία των εφημερίδων, στους διαδρόμους των πανεπιστημίων, στους ψιθύρους των τηλεοπτικών θαλάμων, στα κυβερνητικά παρασκήνια, η ποιότητα εξοντώνεται, περιφρονείται, θάβεται μόνο με την κενή λεξούλα μιας αυθαίρετης ετικέτας: «δεξιός» ή «όχι δικός μας».
Περίπου στο σύνολό της η ελλαδική κοινωνία, δεκαετίες τώρα, αποδίδει την πολιτική κακοδαιμονία της χώρας σε κάποια δόλια δημοσιογραφικά συγκροτήματα που ελέγχουν παρασκηνιακά την εξουσία. Οι Ελληνες μιλάνε με βδελυγμία γι’ αυτά τα συγκροτήματα, αλλά συντηρούν τις εφημερίδες των συγκροτημάτων πρώτες σε κυκλοφορία και τα τηλεοπτικά τους κανάλια πρώτα σε τηλεθέαση. Κάθε δημοσιογραφική καινοτομία αυτών των συγκροτημάτων θα την αντιγράψουν αμέσως όλες οι εφημερίδες, χωρίς ούτε τη στοιχειώδη φιλοδοξία πρωτοτυπίας, δημιουργικής παραλλαγής.
Οταν όμως χρειαστεί, για λόγους μη φανερούς, ένας έκτακτης ευφυΐας πολιτικός να περιθωριοποιηθεί, τότε επιστρατεύεται αμέσως η ετικέτα «άνθρωπος των συγκροτημάτων». Παρακάμπτεται η τεράστια ποιοτική διαφορά από τον αντίπαλο, διαφορά οξύνοιας, καλλιέργειας, ηγετικής παρουσίας, ακυρώνεται η σύγκριση χάρη στην επιδέξια ετικέτα. Και διερωτάται ο νηφάλιος πολίτης, ποιοι παράγοντες έχουν συμφέρον να διατηρούν τη μειονεκτική μετριότητα στην ηγεσία των κομμάτων επιστρατεύοντας ετικέτες.
Η ελλαδική κοινωνία δεν έχει κριτήρια ούτε της πιο «χονδρικής» διάκρισης ποιοτήτων. Πορεύεται τυφλά.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε την Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2007 στην Καθημερινή της Κυριακής

Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2007

Οι απορίες ενός ακροατή

Ο "αρχηγός" της "αξιωματικής" "αντιπολίτευσης" μιλάει στη Βουλή... Τρία λάθη σε τρεις λέξεις!
Αρχηγός; Καλύτερα "υποψήφιος αρχηγός", γιατί σαν τέτοιος μίλησε σήμερα στη Βουλή. Σαν να προσπάθησε εναγωνίως να μαζέψει κουκιά για τις επερχόμενες εκλογές! Και οι τρεις υποψήφιοι αρχηγοί του ΠΑΣΟΚ έτσι μίλησαν σήμερα. Με αυτή τους την ιδιότητα!
Αξιωματική; Τίτλος τιμής είναι πλέον αυτό;
Αντιπολίτευση; Από πού και έως πού; Εκτός και αν η έννοια της αντιπολίτευσης και ειδικά της αξιωματικής είναι το να λέει ακριβώς το αντίθετο από αυτό που ισχυρίζεται η εκάστοτε κυβέρνηση.
Σήμερα με άφησε άφωνο ο (λογικά για λίγες μέρες ακόμα) αρχηγός του ΠΑΣΟΚ. Είναι αξιοθαύμαστο το πώς μπορεί να μιλήσει κάποιος 20' και να κάνει μόνο ερωτήσεις. Δεν ξέρω αν αυτός είναι ο λόγος που πριν από 2 εβδομάδες καταψηφίστηκε από τους Έλληνες. Δεν είναι ο ρόλος μου να αποκρυπτογραφήσω το "μήνυμα των εκλογών" για κανένα από τα κόμματα της Βουλής. Ερωτήσεις και όχι θέσεις.
Μας θύμισε το "Χώρα" επί κυβερνήσεως Κων. Καραμανλή, αλλά δεν αναφέρθηκε στο πώς το κόμμα του μεταπήδησε από την περιβόητη ατάκα "Βυθίσατε το Χώρα" στην επίσης αλησμόνητη ατάκα του επόμενου ακριβώς αρχηγού του "ευχαριστούμε την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών...".
Μας θύμισε ότι χάρη των προσωπικών του ζεϊμπέκικων και χωρίς να ανοίξει "μύτ'", μπήκε η Κύπρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά εκείνος ξέχασε την... μύτ' του Οτσαλάν που άνοιξε από τις μπουνιές των Τούρκων κατά τη σύληψή του (υπουργός Εξωτερικών ο Πάγκαλος), και ξέχασε το 'ναι' στο σχέδιο Α(υ)νάν που ξεστόμισε πριν καν απαντήσει ο ελληνο-κυπριακός λαός. Ξέχασε το ότι η Κύπρος μπήκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση γιατί ήταν και είναι η μοναδική χώρα που ικανοποιούσε όλες τις προϋποθέσεις ένταξης. Αν είναι να θυμόμαστε μόνο τα ζεϊμπέκικα, τότε καλύτερα να ξεχάσουμε όλοι μας να χορεύουμε ζεϊμπέκικο.
Μας θύμισε ότι οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ από το 1996 έως το 2004 ήταν από τις πιο επιτυχημένες κυβερνήσεις. Ξέχασε όμως να μας πει ότι το 47% των Ελλήνων τις απέρριψαν το 2004! Ξέχασε να μας πει ότι οι γύρω-γύρω του πολιτικοί και μη μανδαρίνοι, κατηγορούν αυτή τη στιγμή το Βενιζέλο και το Σημίτη που τον στηρίζει σαν τον δεξιό πόλο μέσα στο ΠΑΣΟΚ.
Κάτι δε δένει όμως...
Η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού!
Οι πολιτικοί γιατί να είναι εκείνοι που θα λένε μονίμως τη μισή αλήθεια;

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2007

Η κενότητα αντιμέτωπη με την καπηλεία

του Xρήστου Γιανναρά
Σε αυτό το ελάχιστο της Δημοκρατίας που είναι ο εμπορευματοποιημένος κοινοβουλευτισμός, κατορθώνει η κοινωνία να εκφράζεται με την ποσόστωση προτιμήσεων έστω και από ευτελέστατο δυναμικό πολιτικών της δυνάμεων. Κατά τούτο, το αποτέλεσμα των εκλογών της 16ης Σεπτεμβρίου 2007, με τη γλώσσα των αριθμών, γλώσσα των ποσοστώσεων, ήταν ελπιδοφόρο.
Η ψήφος των πολιτών χάρισε στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ισχυρό ράπισμα αφύπνισης, αφορμή και πρόσχημα για αλλαγή, επιτέλους, της ηγεσίας του. Ο προκλητικά ολίγιστος αρχηγός υποχρεώνεται να περάσει στο περιθώριο. Αν τον διαδεχθεί ο μάλλον επικρατέστερος, άκρως προσοντούχος Θεσσαλονικέας δελφίνος, το επίπεδο των απαιτήσεων θα μεταβληθεί ριζικά στο σύνολο πολιτικό πεδίο – όχι μόνο στο συγκεκριμένο κόμμα. Θα απαιτούνται άλλοι δείκτες ευφυΐας για να αντέξει κανείς ηγετικές ευθύνες σε οποιοδήποτε κόμμα. Και η ευφυΐα, έστω μακιαβελική, αν συνδυάζεται με δημιουργικές φιλοδοξίες και αντανακλαστικά πολύπλευρης καλλιέργειας, είναι ασύγκριτα προτιμότερη από τη μετριότητα, έστω την ηθικότερη.
Εναλλακτική λύση μη χείρων για την ανάθεση της εξουσίας δεν υπήρχε. Ετσι η εντολή διακυβέρνησης παρέμεινε στους δραματικά ανεπαρκείς, αλλά με ποσοστά που τους εξαναγκάζουν να σοβαρευτούν (αν εκβιάζεται η σοβαρότητα). Αν, λ.χ., δεν εξασφαλίσουν με άψογη επιτελική οργάνωση τη δημόσια τάξη, την απρόσκοπτη λειτουργία της ζωής στην πρωτεύουσα, αν συνεχίσουν θρασύτατες μειοψηφίες να καταλύουν στους δρόμους τη δημοκρατία, θα οδηγηθεί και η κυβέρνηση συντομότατα σε ντροπιαστική πτώση. Αν δεν αναζητήσουν, ούτε τώρα, κοινωνικούς στόχους για την εκπαιδευτική τους πολιτική, αν δεν διαφοροποιηθούν από τον μεταπρατικό, επαρχιώτικο μηδενισμό των «προοδευτικών» αντιπάλων τους, θα εξαναγκαστούν σε παραίτηση όταν σχολειά και πανεπιστήμια θα είναι και πάλι φέουδα θριαμβικής κυριαρχίας ψυχανώμαλων υπερασπιστών της αγραμματοσύνης και της αναίδειας.
Κορυφαίο συναγόμενο ελπίδας η βούληση των ψηφοφόρων να εξοβελίσουν από το κοινοβούλιο τη μέχρι χθες υπουργό Παιδείας. Για μια επιπλέον φορά η ελλαδική κοινωνία δήλωσε με την απερίφραστη γλώσσα των ψήφων τα όρια της ανοχής της. Ανέχεται συμπλεγματικούς ή όποιας άλλης αιτιολογίας ακκισμούς αρνησιπατρίας και τάχα κοσμοπολιτισμού, αλλά όχι απεριόριστα. Η ελλαδική κοινωνία, κατά ένα κρίσιμο για το εκλογικό αποτέλεσμα ποσοστό, αντλεί αυτοσεβασμό και αξιοπρέπεια από την ιστορική της ταυτότητα, τη νοσταλγία για την άλλοτε πολιτιστική της ιδιοπροσωπία, την άλλοτε γλώσσα της, τα σημάδια που άφησε στον στίβο του ανθρώπινου πολιτισμού η μεταφυσική της αναζήτηση. Αυτά όλα η πρώην υπουργός Παιδείας τα δολιεύτηκε. Και η ψήφος των πολιτών την έστειλε σπίτι της.
Την ανοχή τους απέναντι στην υπονόμευση του συλλογικού αυτοσεβασμού, των ερεισμάτων αξιοπρέπειας, την οριοθέτησαν οι ψηφοφόροι και με το να δώσουν είσοδο στη Βουλή σε ένα κόμμα που κραυγάζει, σχεδόν κωμικά, τον καιροσκοπικό εθνικισμό και την τάχα φιλορθοδοξία του. Ισως δεν είχε άλλο τρόπο το εκλογικό σώμα να διαδηλώσει τον θυμό του για τη συμπλεγματική επαρχιωτίλα της αρνησιπατρίας και για τον απροκάλυπτο λακεδισμό των κομμάτων εξουσίας.
Πάντως, για νουνεχείς πολίτες, είναι σίγουρη ντροπή να υπερασπίζει η καπηλεία την ελλείπουσα γνησιότητα όταν πρόκειται για τα μέγιστα και τίμια της ελληνικότητας, δηλαδή του πολιτισμού. Σε κατ’ επίφασιν ελληνεπώνυμο κοινοβούλιο.
Αυτόν τον θυμό κρίσιμης μερίδας ψηφοφόρων προσπάθησαν τα κόμματα εξουσίας να τον κατευνάσουν προεκλογικά με ρητορική ψευδολογία. Και τα δυο βρέθηκαν να πιπιλάνε τη λέξη «Ελλάδα»: Το ένα βεβαιώνοντας «Μαζί πάμε την Ελλάδα μπροστά», το άλλο αναμηρυκάζοντας «Μαζί για την Ελλάδα». Αν οποιοσδήποτε άλλος, σε συνθήκες μη προεκλογικές, ανέφερε τη λέξη «Ελλάδα» ή «πατρίδα» στα κομματικά περιβάλλοντα εξουσίας, η χλεύη και οι προπηλακισμοί θα σηκώνονταν σύννεφο: Ο «ελληνάρας», ο «εθνικιστής», ίσως και ο «φασίστας» θα ήταν τα κοσμητικά επίθετα που θα εισέπραττε ο τολμητίας. Ομως για προεκλογικό παραμύθιασμα των αφελών, με τη λέξη «Ελλάδα» σαν φύλλο συκής, συνθηματολογούσαν ακόμα και οι πειθήνιοι προπαγανδιστές της Πλεκτάνης Ανάν όσο και οι ασύστολοι αμύντορες του θλιβερού βιβλίου Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού.
Το εκλογικό σώμα προέκρινε το μη χείρον: Να δώσει οριακή πλειοψηφία στους δραματικά ανίκανους. Ωστόσο, η εύνοια δεν επηρέασε τους ευνοηθέντες, φάνηκε αυτό ολοφάνερα στη συγκρότηση του καινούργιου κυβερνητικού σχήματος: Κυριάρχησαν και πάλι φτηνές, μικρονοϊκές σκοπιμότητες εσωκομματικών ισορροπιών. Φανερός στόχος όχι η ποιότητα η ικανή να αναμετρηθεί με τις ουσιώδεις ανάγκες, αλλά απλώς η ανακύκλωση των φθαρμένων. Η πορεία είναι επομένως προδιαγεγραμμένη. Ενα κόμμα που εξέφερε λόγο προεκλογικό ανατριχιαστικής κενότητας, χωρίς το παραμικρό σημάδι καινοτόμου τόλμης, δημιουργικής έμπνευσης, ετοιμότητας για γόνιμες ρήξεις, λόγο που προϋπέθετε τον άνθρωπο μόνο σαν πεπτικό σωλήνα, αυτό το κόμμα θα κληθεί ως κυβέρνηση να αναμετρηθεί με τον αδίστακτο αμοραλισμό και την προγραμματισμένη βία μιας γιγαντωμένης στο κοινοβούλιο πλαστογραφίας της Αριστεράς.
Αριστερά σημαίνει κοινωνιοκεντρικές, όχι ατομοκεντρικές (ατομικών συμφερόντων: οικονομικών ή ψυχολογικών - βιτσιόζικων) προτεραιότητες. Οχι οι λίγοι να ηδονίζονται βασανίζοντας τους πολλούς, όχι τους νόμους να τους ορίζει η βία των μειοψηφιών στους δρόμους. Απαθέστατοι και ολίγιστοι οι ηγέτες των «κομμάτων εξουσίας» άκουγαν στο προεκλογικό «ντιμπέιτ» των «πολιτικών αρχηγών» τους δύο εκπροσώπους της συντεχνιακής καπηλείας να εμφανίζουν σαν «Αριστερά» ωμή αντικοινωνική θρασύτητα και απειλητικό τσαμπουκά:«Τι σημασία έχουν οι νόμοι που ψηφίζει η Βουλή, τους νόμους τους ανατρέπει ο λαός στους δρόμους»!
Και δεν βρέθηκε εκείνη τη στιγμή ένας από τους πολιτικούς ή τους δημοσιογράφους με στοιχειώδη δημοκρατική ευαισθησία, να ζητήσει εισαγγελική παρέμβαση και ετυμηγορία Συνταγματικού Δικαστηρίου για τη δυνατότητα να καλύπτει ο νόμος τη συμμετοχή στις εκλογές «κομμάτων» που αρνούνται τον νόμο, χλευάζουν την αρχή της πλειοψηφίας, απορρίπτουν προγραμματικά τους όρους λειτουργίας του αντιπροσωπευτικού συστήματος. Κυρίως, «κομμάτων» που ευτελίζουν και ατιμάζουν το κοινωνιοκεντρικό όραμα της Αριστεράς, τη θυσιαστική ανιδιοτέλεια των μαρτύρων αυτού του οράματος, για χάρη ελεεινών συνασπισμένων συμφερόντων εξουσιολαγνείας και βολέματος.
Η ετυμηγορία του εκλογικού σώματος συνετή, αλλά ο χειμώνας προμηνύεται βαρύς. Η χώρα είναι κυριολεκτικά και μεταφορικά καμένη, η μεθοδική υποβάθμιση της κατά κεφαλήν καλλιέργειας αρχίζει να δίνει καρπούς εφιαλτικούς.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε την Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2007 στην Καθημερινή της Κυριακής

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2007

9+1 Ερωτήσεις έλαβαν (?) απάντηση

Λίγες μέρες πριν τις εκλογές, η Greenpeace έστειλε σε όλα τα κόμματα 10 ερωτήσεις αναφορικά με την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών. Οι απαντήσεις που έλαβε παρατίθενται εδώ...

Δε θα μπω για την ώρα σε σχολιασμό των απαντήσεων. Προτιμώ να αφήσω τα πρώτα σχόλια σε εσάς.

Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2007

no comments...

Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2007

Περί εκλογικών αλχημειών...

Δύο νύχτες πριν τις εκλογές, σε μία προεκλογική περίοδο που πολλοί χαρακτηρίζουν ως πολύ σύντομη, ως αναιμική, σαν να μη θυμίζει σε τίποτα παλιότερες εκλογικές αναμετρήσεις. Τι θα περίμενε κανείς τη στιγμή που όλοι αναγνωρίζουν ότι το συντρηπτικά μεγαλύτερο μέρος της σημερινής νεολαίας έχει απαξιώσει τις παρατάξεις και τα κόμματα και έχει σαν μόνο λάβαρο την απάθεια απέναντι στην κρίση του συστήματος; Τι θα περίμενε κανείς τη στιγμή που το σημαντικότερο γεγονός την τελευταία περίοδο, αυτό το πυρκαγιών γίνεται βορά στο όποιο μικροκομματικό όφελος;
Προσωπικά όμως βρίσκω πολλές ομοιότητες με παλιότερες εκλογικές αναμετρήσεις...
Οι δημοσιογράφοι, που για μία ακόμα φορά μας δείχνουν ποιος είναι ο ορισμός της στρατευμένης δημοσιογραφίας με τις στημένες ερωτήσεις και τοποθετήσεις τους, είτε συμμετέχοντας σε συζητήσεις, είτε συντονίζοντάς τες.

Η αξιωματική αντιπολίτευση, που για μία ακόμα φορά ξεθάβει το (από καιρό) θαμμένο τσεκούρι του σκληρού ροκ έναντι της πάλαι ποτέ Δεξιάς. Είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα της σκόπιμης κατασκευής ενός εχθρού, ο οποίος θα ξυπνήσει τα αρχέγονα ένστικτα της αυτοσυντήρησης άρα και της (ενδεχόμενης) συστράτευσης με το ΠΑΣΟΚ. Ναι, ίσως ο πνιγμένος πιάνεται από τα μαλλιά του! Ίσως είναι μια ακόμα ένδειξη του τελευταίου βρυχυθμού του "θηρίου" πριν παραδώσει πνεύμα. Ο χρόνος περνάει και η κοινωνία όμως προχωράει μπροστά. Προσπαθεί να εξελιχτεί και όλα τα κατάλοιπα του παρελθόντος μένουν εκεί, στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, ώστε να τα ξεθάβουμε απλά και μόνο για να μην τα επαναλαμβάνουμε. Τη δεκαετία του 80 την έζησα στα θρανία του Δημοτικού και το τέλος της με βρήκε στο Γυμνάσιο. Την πάλαι ποτέ Δεξιά δεν την έζησα, επομένως δεν τη θυμάμαι. Θυμάμαι όμως τις κλαδικές και τους κλαδάρχες. Θυμάμαι τις πράσινες κάρτες κοινωνικών και πολιτικών φρονημάτων. Θυμάμαι τότε, στην πρώτη από τις τρεις αναμετρήσεις του 89 και του 90 έναν αστυνομικό, να μου κάνει με τα δάχτυλα το σήμα της νίκης μέσα από το τζάμι του περιπολικού, στα κρυφά, για να μην τον δει ο συνάδελφός του. Ήμουν στο διπλανό αυτοκίνητο ανεμίζοντας μια γαλάζια σημαία με τον πυρσό, σύμβολο για πολλούς ξεθωριασμένο πλέον. Αυτή η εικόνα έμεινε μέσα στο μυαλό μου, ήμουν 12 χρονών τότε...
Τι άλλο μου θυμίζει τα παλιά;
Η απουσία πολιτικών επιχειρημάτων, η απουσία λογικών επιχειρημάτων. Είναι αυτό που ονομάζουμε ξύλινη γλώσσα ίσως, ή αλλιώς, το "πώς μπορείς να μιλάς 20 λεπτά, χωρίς να λες τίποτα". Δεν μπορώ να πιστέψω ότι οι πολιτικοί δεν το καταλαβαίνουν αυτό. Πιστεύω ότι σκόπιμα επιδιώκουν να μιλούν έτσι. Προτιμούν να μη χρειάζεται να σκεφτούμε τι είπαν (ώστε να το κρίνουμε και ενδεχόμενα να το κατακρίνουμε), από το να χρειαστεί να σκεφτούν εκείνοι τι μπορούν να κάνουν για να είναι λίγο πιο χρήσιμοι σε εμάς, στην πατρίδα μας, στους εαυτούς τους, τους ίδιους! Με έχει κουράσει αυτού του είδους η πολιτική και αυτού του είδους οι πολιτικοί. Αισθάνομαι ότι δε μου/μας αξίζουν.
Ο εκλογικός νόμος. Πόσο τυχαίο φαίνεται το γεγονός ότι ο εκάστοτε εκλογικός νόμος του ΠΑΣΟΚ ευνοεί τη μη ύπαρξη ισχυρών κυβερνήσεων; Το 1989 και ο εκλογικός νόμος-τέρας του μακαρίτη του Κουτσόγιωργα (ο γνωστός και σαν κουτσο-νόμος) είναι τόσο μακριά, και όμως τόσο επίκαιρα. 46% των έγκυρων ψηφοδελτίων και 150 έδρες στη Βουλή. Σήμερα; Τη στιγμή που γύρω μας βλέπουμε πολλά, δυσεπίλυτα προβλήματα, όλοι ασχολούνται με την πιθανή (ή μη) αυτοδυναμία της ΝΔ. Ξαφνικά μάλιστα, 48 ώρες πριν κλείσουν οι κάλπες φάνηκε και το ΠΑΣΟΚ να ανησυχεί αναφορικά με τη δική του αυτοδυναμία (λέμε τώρα).
Χρειαζόμαστε ισχυρές κυβερνήσεις;
Προσωπική άποψη; Σαφέστατα.
Γιατί; Μα απλά γιατί όταν κάνουμε ζήτημα μία πορεία στο κέντρο της Αθήνας 20.000 ατόμων και αξιώνουμε με βάση αυτή να αρθεί ένα νομοσχέδιο ή να παραιτηθεί ένας υπουργός (όταν η κυβέρνηση υποστηρίζεται από 165 Βουλευτές), τι θα συνέβαινε αν η κυβέρνηση είχε οριακή πλειοψηφία, ή ήταν κυβέρνηση συνεργασίας κομμάτων; Να αναφέρω σαν σημείωση σε αυτό ότι στις εκλογές του 2004, στην Α' Αθηνών, το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ, αθροιστικά πήραν περί τις 60.000 ψήφους, ενώ στη Β' Αθηνών 156.000 ψήφους. Τόσο εξωφρενικός φαίνεται ο αριθμός των 20.000 διαδηλωτών! Ή μήπως οι πορείες είναι μέτρο σύγκρισης του πόσο αντιλαϊκός είναι ένας νόμος;
Τι άκρατος καιροσκοπισμός είναι αυτός που ωθεί το ΠΑΣΟΚ, τη στιγμή που αισθάνεται ότι χάνει τον έλεγχο των εκλογικών αναμετρήσων παρά την ελεγχόμενη μετακίνηση στρατιωτών σε μονοεδρικές περιφέρειες λίγο πριν τις εκλογές και τις σωρηδών ελληνοποιήσεις, να αλλάζει τον εκλογικό νόμο προς μία και μοναδική κατεύθυνση: την αποσταθεροποίηση του πολιτικού σκηνικού της χώρας.
Τι παραπάνω θα μπορούσα να περιμένω; Το ΠΑΣΟΚ ζητούσε εκλογές 5 μήνες και δεν είχε κατασταλάξει στην επιλογή του επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας! Ζήτησε λοιπόν από έναν άνθρωπο που ανέλαβε την υπερνομαρχία Αθηνών - Πειραιώς πριν 8 μήνες να την παρατήσει και να ασχοληθεί με τις εθνικές εκλογές. Όχι, δεν τις μπέρδεψε με τις φοιτητικές εκλογές που γίνονται (ούτως ή άλλως) κάθε χρόνο. Μπορεί το εκλογικό αποτέλεσμα να έχει την ίδια χρωματική απόχρωση, παρόλα αυτά όμως άλλο είναι οι βουλευτικές, άλλο οι δημοτικές και άλλο οι εθνικές εκλογές. Τουλάχιστον για κάποιον που μπορεί να κάνει αυτή τη διάκριση και να βάλει κάποιο πλάνο στο κόμμα του...

Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2007

Debate πολιτικών αρχηγών

Το περιβόητο debate έγινε και όπως πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις όλοι βγήκαν κερδισμένοι. Ο καθένας μάλιστα υποστηρίζει (για μία ακόμα φορά) ότι ήταν ο μοναδικός κερδισμένος από αυτή την τηλεοπτική "αναμέτρηση". Δεν το λένε άμεσα, αλλά τα λόγια των συνεργατών τους και των παρατρεχάμενων δημοσιογραφίσκων αυτό υποδηλώνουν.

Όχι, δεν το είδα το debate. Το έμαθα την τελευταία στιγμή, την ώρα που όλοι οι πρωταγωνιστές κατευθύνονταν στο πάλκο, για να πει ο καθένας τα λογάκια που του είπαν και να κινηθεί όπως του είπαν. Μαριονέτες; Όχι, δεν υπάρχει λόγος να το πει κανείς αυτό! Εξάλλου αυτό δεν είναι το βασικό συμπέρασμα που μπορεί να βγει από τη "μονομαχία" αυτή. Προσωπική άποψη; Από αυτή τη μονομαχία δεν πρέπει να βγει κανένα συμπέρασμα. 700.000 λιγότεροι άνθρωποι σε σχέση με το 2004 παρακολούθησαν τους πολιτικούς αρχηγούς να βγάζουν παράλληλους μονολόγους.
Αυτός είναι ο λόγος που έγινε αυτό το μονόπρακτο; Να βγει ο καθένας να πει τους μονολόγους του (με δυνατότητα μιας διευκρινιστικής ερώτησης) και να πάνε στο σπιτάκι τους; Υποτίθεται ότι έτσι, οι αναποφάσιστοι θα είναι πλέον σε θέση να αποφασίσουν; Οι μόνοι αναποφάσιστοι που είναι πλέον σε θέση να ξέρουν ποιον θα ψηφίσουν είναι εκείνοι που ψηφίζουν εκείνον που συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες να είναι ο νικητής. Ακόμα όμως και αυτοί οι τελευταίοι τον νικητή τον ξέρουν πριν την τελευταία αναμέτρηση.
Οι εκλογές ήρθαν, θα γίνουν και η ζωή θα κληθεί να συνεχιστεί όπως πάντοτε! Ναι, η ζωή προχωράει, ανεξάρτητα από το πόσο σκληρή ή όχι είναι αυτό σαν πραγματικότητα.
Δεν πάει πολύς καιρός που χάσαμε 68 Έλληνες στις φωτιές στην Πελοπόννησο και στην Εύβοια (έτσι θα μείνουν στην ιστορία, σαν να μην καίγονταν και αλλού σπίτια και δάση). Δεν πάει πολύς καιρός που χάσαμε την Πελοπόννησο και την Εύβοια.
Το ξεχάσαμε κιόλας; Μήπως κάναμε το χρέος μας στέλνοντας λίγα χρήματα μέσω μιας Τράπεζας ή μέσω του Τηλεμαραθωνίου; Μήπως θα πάμε να ψηφίσουμε για να δείξουμε τους ενόχους ή αυτούς που κατά τη γνώμη μας θα μας δώσουν τη λύση;
Η ψήφος-καταδίκη για τις φωτιές είναι μια καμμένη ψήφος, όπως καμμένα είναι τα δάση, τα χωριά, οι άνθρωποι γιατί ούτε το πρώτο, ούτε το δεύτερο, ούτε το τελευταίο κόμμα είναι κατάλληλο ή ικανό να διορθώσει την κατάσταση.
Η βοήθεια που μπορούμε να δώσουμε δεν περιορίζεται στα λίγα ευρώ που θα βάλουμε σε έναν τραπεζικό λογαριασμό.
Η βοήθεια που μπορούμε να δώσουμε δεν έχει σχέση με το τι θα κάνουμε σε λίγες μέρες μπροστά στην κάλπη. Σε όλα τα κόμματα, σε όλες τις παρατάξεις υπάρχουν ικανοί, λιγότερο ικανοί και παντελώς ανίκανοι άνθρωποι. Οι τελευταίοι συχνά επιπλέουν σαν κλασικοί φελλοί!
Καθημερινά αποδεικνύουμε όλοι μας ότι ζούμε σε μια χώρα "που τη λατρεύουν οι Θεοί της, αλλά τη μισούν οι κάτοικοί της", όπως πολύ εύστοχα είχε πει παλιότερα ένας γνωστός Φιλέλληνας. Ζούμε σε μια χώρα που οι ξένοι την αγαπούν και τη θαυμάζουν περισσότερο από εμάς τους ίδιους. Η ερώτηση λοιπόν δεν είναι: "σε ποιον θα εμπιστευτούμε το μέλλον μας", γιατί τότε η απάντηση είναι "σε κανέναν από όσους υπάρχουν". Στην ερώτηση "ποιός είναι ο καθ' ύλην αρμόδιος για να βοηθήσει τη χώρα μας" η απάντηση είναι απλή: "ο καθένας μόνος του και όλοι μαζί".
Αν νομίζετε ότι στις 16 Σεπτεμβρίου λήγουν τα προβλήματά μας αν κάνουμε το υποκειμενικό μας χρέος στην κάλπη, τότε είστε γελασμένοι! Οι ερωτήσεις θα μείνουν για μία ακόμα φορά αναπάντητες...