Κυριακή 21 Μαρτίου 2010

Οι άνθρωποι είναι θύματα της αδυναμίας τους.
Ο πολύ δυστυχισμένος γίνεται κακός
κι ο πολύ τρομαγμένος και φοβισμένος
γίνεται σκληρός

Τρίτη 9 Ιουνίου 2009

Αποχή. Υπάρχει γιατί;

Το κείμενο αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένα απλό σχόλιο στο post του Zyklon B σχετικά με τις ευρωεκλογές. Σαν καινούρια story teller όμως, θέλω να πω μια δική μου ιστορία. Θα κρατήσω μόνο ένα πράγμα από το κείμενο του Zyklon B, όχι όμως κάποια φράση, ή ιδέα του. Θα κρατήσω την ειλικρίνειά του και ειλικρινά θα παραθέσω τις δικές μου απόψεις.
Ανήκω σε εκείνη την κατηγορία ανθρώπων, που δεν κατεβαίνουν να ψηφίσουν, αν και ξέρω πως αυτό δεν είναι το σωστό. Η ψήφος κατά το σύνταγμά μας είναι λειτουργικό καθήκον, υποχρέωση δηλαδή και όχι δικαίωμα. Κι όμως η αποχή πλέον είναι μεγαλύτερη από τη συμμετοχή. Κάποιοι λένε πως δε θέλουν να γίνουν συνένοχοι στα εγκλήματα που οι αρχηγοί του κράτος διαπράττουν σε βάρος των πολιτών. Άλλοι δε βρίσκουν κάτι που να τους εκφράζει. Άλλοι δεν ψάχνουν καν να βρουν τι τους εκφράζει. Υπάρχει όμως και μια άλλη κατηγορία: Εκείνοι που πιστεύουν σε κάποια ιδεολογία, αλλά απελπίζονται βλέποντας πως δεν υπάρχουν πια άνθρωποι να την ακολουθούν, για το καλό αυτού του τόπου.
«Μας λένε να πιστεύουμε στις ιδέες και όχι στους ανθρώπους, γιατί οι άνθρωποι μπορεί να αποτύχουν, να συλληφθούν, να σκοτωθούν ή να ξεχαστούν, ενώ οι ιδέες μπορούν ακόμα και μετά από χρόνια να αλλάξουν τον κόσμο» αναφέρεται στην αρχή της αγαπημένης μου ταινίας. Κι όμως, οι ιδέες παίρνουν ζωή από τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι είναι το μέσο με το οποίο οι ιδέες αλλάζουν τον κόσμο.
Πλέον οι πολιτικοί αυτής της χώρας, δηλαδή οι άνθρωποι που έχουν τη δύναμη και τη δυνατότητα να αλλάξουν την πραγματικότητά της, υιοθετούν μία και μόνη ιδέα: «Το συμφέρον πάνω από όλα!». Έχουν ξεχάσει πως κρατούν στα χέρια τους την τύχη ενός ολόκληρου λαού, ενός ολόκληρου τόπου και το μόνο το οποίο φαίνεται να τους ενδιαφέρει είναι να ικανοποιήσουν τις προσωπικές τους φιλοδοξίες. Σε ορισμένες περιπτώσεις θεωρούν τόσο δεδομένα τα όποια αξιώματά τους, που δεν κρίνουν σκόπιμο ούτε καν να κάνουν αυτό για το οποίο εξελέγησαν: να διεκδικούν το καλύτερο για την Ελλάδα.
Το χειρότερο όλων είναι πως σε μία θεωρητικά δημοκρατική χώρα, δεν έχουμε το δικαίωμα να επιλέξουμε αυτούς που πραγματικά θέλουμε να κυβερνούν τη χώρα μας, αλλά να αποφασίσουμε ποιο σχήμα από τα προτεινόμενα είναι το λιγότερο κακό, ποιος είναι ο μονόφθαλμος μεταξύ των τυφλών. Και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις, αξιώματα όπως αυτά των αρχηγών των πολιτικών παρατάξεων, των βουλευτών, των υπουργών ή και του ίδιου του πρωθυπουργού ανατίθενται με σχεδόν απευθείας διαδοχή σε γιους (ή και κόρες), ανιψιούς, κουμπάρους, γαμπρούς κλπ.
Ποιον γιο ή ανιψιό να ψηφίσω εγώ λοιπόν, όταν βλέπω μια κοινωνία και μια οικονομία υπό κατάρρευση, μια παιδεία σε συνεχή αναβρασμό, μια πλήρη αδιαφορία για την εξωτερική πολιτική και μια σειρά από ανεκπλήρωτες υποσχέσεις; Πώς να εκτονώσω την οργή μου για όσα συμβαίνουν γύρω μου; Να δώσω την ψήφο μου σε ανάξιους ανθρώπους που κουβαλάνε στους ώμους τους μια ιδεολογία που δεν μπορούν να στηρίξουν, ή σε ιδέες που θεωρώ έως και καταστροφικές για τη χώρα και εκφράζονται από ανθρώπους τουλάχιστον γραφικούς, μήπως και κάποιος πιάσει το «μήνυμα»;
Έτσι απέχω και ελπίζω να είναι αυτή η τελευταία φορά.

Ζητείται όραμα...

Δεν ξέρω ποια ήταν η αφορμή αυτού του κειμένου. Η επόμενη μέρα των ευρωεκλογών; Η επιφυλλίδα του Χρήστου Γιανναρά στην Καθημερινή της Κυριακής; Διάφορες συζητήσεις τον τελευταίο καιρό; Οι σκέψεις είναι πολλές, χωρίς κάποια συγκεκριμένη σειρά και όταν προσπαθώ να τις αποτυπώσω στο χαρτί μπερδεύονται ακόμα περισσότερο!
Δεν ξέρω τι περίμενε ο πολύς κόσμος από τις χτεσινές εκλογές. Περίμενε να στείλει το περιβόητο μήνυμά του σε όσους έχουν την εξουσία στα χέρια τους; Και ποιος είπε ότι οι συγκεκριμένοι άνθρωποι είναι σε θέση να το ερμηνεύσουν σωστά και, στη συνέχεια, να το αξιοποιήσουν προς όφελος της χώρας μας; Δεν τάσσομαι υπέρ του ενός ή του άλλου πολιτικού αρχηγού. Δεν τάσσομαι υπέρ του ενός ή του άλλου πολιτικού φορέα, αν και είμαι, εδώ και πολλά χρόνια μέρος του λεγόμενου «κομματικού μηχανισμού» κάποιου από αυτά. Έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν…
Χτες το πρωί παρακολουθούσα το Χρήστο Γιανναρά να συζητάει με γνωστούς «δημοσιογράφους» σε κάποιο ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό αναφορικά με τη δημοκρατία. Ο ένας από τους δύο «δημοσιογράφους», απευθυνόμενος στον Χ. Γιανναρά, είπε το «αυτονόητο»: «Μα έχουμε δημοκρατία, γιατί μπορεί ο καθένας να λέει τη γνώμη του». Η απάντηση ήρθε απόλυτα αυθόρμητα: «Μα δημοκρατία δεν είναι να λέει ο καθένας ό,τι του κατέβει. Δημοκρατία είναι να λειτουργούν οι θεσμοί!»
Όποτε διαβάζω την επιφυλλίδα του συγκεκριμένου ανθρώπου αισθάνομαι πόσο μικρός είμαι. Αισθάνομαι πόσο τυχερός είμαι που έχω τη δυνατότητα να έρχομαι σε επαφή με την άποψη του συγκεκριμένου ανθρώπου, αναφορικά με ένα θέμα της καθημερινής ζωής που εκείνος αξιολογεί σαν σημαντικό. Μπορεί κανείς να τον χαρακτηρίσει απαισιόδοξο. Αναρωτιέμαι αν ο ίδιος έχει ουσιαστικούς λόγους να αισθάνεται περισσότερο αισιόδοξος.
Ζούμε σε μια χώρα που το δίπολο ΝΔ ή ΠΑΣΟΚ υπάρχει πάνω από 25 χρόνια. Και κάθε χρόνο λέμε κάθε πέρυσι και καλύτερα. Και ενώ όλοι συμφωνούμε σε αυτό, κανένας δεν ασχολείται με το πώς θα αλλάξει αυτό. Και φυσικά δεν ασχολούνται και τα πολιτικά κόμματα, από την οργανωτική τους βάση μέχρι την κορυφή της άτυπης αυτής πυραμίδας.
Τον Γ. Παπανδρέου Jr τον γνωρίσαμε σαν αποτυχημένο Υπουργό Παιδείας και Εξωτερικών, που έμεινε στην ιστορία για τα άπταιστη χρήση της αγγλικής γλώσσας (σε αντίθεση με την ελληνική) και για τις επιδόσεις του στο χορό. Πολύ συμπαθής άνθρωπος, φυσιογνωμικά τουλάχιστον, που όμως δεν μπορεί να πείσει κάποιον ότι μπορεί να αντέξει το βάρος του ονόματός του.
Ο Κώστας Καραμανλής του 2009 δε θυμίζει σε τίποτα τον Κώστα Καραμανλή του 1996 όταν εξελέγη αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας. Παρέλαβε ένα διαλυμένο κομματικό μηχανισμό και η αλήθεια είναι ότι έκανε πάλι τη Νέα Δημοκρατία παράταξη. Με είχε εκπλήξει θετικά όταν, πριν τις εκλογές του 2000, υιοθέτησε την Πρόταση Παιδείας της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ και την ενσωμάτωσε στο κυβερνητικό του πρόγραμμα. Θεώρησε τότε ότι οι νέοι που ζουν στα Πανεπιστήμια είναι αρμοδιότεροι από τον ίδιο στο να καταγράφουν τα προβλήματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και να προτείνουν λύσεις για αυτά. Αισθάνθηκα πραγματικά δικαιωμένος γιατί εκείνο το βιβλιαράκι των 30 σελίδων είχε βγει έπειτα από συζητήσεις των μελών της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ ανά την Ελλάδα και δεν ήρθε ουρανοκατέβατο όπως σε άλλες νεολαίες. Τότε πίστεψα ότι ο συγκεκριμένος πολιτικός αρχηγός είχε κάτι που έλειπε από τους υπόλοιπους. Είχε όραμα! Από τις εκλογές του 2000 πέρασαν 9 χρόνια αλλά η αίσθηση των πολλών, μαζί και η δική μου, είναι ότι το όραμα αυτό κάπου αντικαταστάθηκε από συμβιβασμούς σε πράγματα που ήταν φαινομενικά αδιαπραγμάτευτα.
Χτες κληθήκαμε να προσέλθουμε στις κάλπες για να εκλέξουμε αντιπροσώπους μας για την ευρωβουλή. Εκπροσώπους από κόμματα χωρίς όραμα, με επικεφαλής πολιτικούς-μικρογραφίες του παρελθόντος. Και όμως, αυτοί μας αξίζουν. Και ας τους απέρριψε το 50% των κατοίκων αυτής της χώρας με την αποχή τους και το 30% όσων ψήφισαν (υποστηρίζοντας κάποιο άλλο κόμμα). Πόσοι δεν πήγαν να ψηφίσουν γιατί θεώρησαν καθήκον τους να καταψηφίσουν αυτούς τους ανθρώπους; Πόσοι δεν πήγαν να ψηφίσουν γιατί απλά βαριόντουσαν την όλη διαδικασία; Πόσοι γκρινιάζουν κάθε μέρα για τα προβλήματα γύρω μας και αρκούνται στο να γκρινιάζουν; Πόσοι εξοργίζονται με όσα συμβαίνουν και αποφασίζουν πρώτα να βελτιώσουν τον εαυτό τους και μετά να απαιτούν από τους υπόλοιπους να βελτιωθούν; Γιατί να αξιώνουμε όραμα από τους πολιτικούς μας όταν δεν το απαιτούμε καθημερινά; Το «υγιέστερο» κομμάτι της κοινωνίας μας τρέχει από το σχολείο (ή το Πανεπιστήμιο) στο φροντιστήριο και αντίστροφα και στον ελεύθερο χρόνο του πηγαίνει για καφέ ή σε κάποιο πάρτυ. Κάποτε οι νέοι… Τώρα πια, απλά βαριούνται. Βαριούνται να διαμορφώσουν άποψη. Βαριούνται να ασχοληθούν…
Όχι, δεν είμαι απαισιόδοξος γιατί το κόμμα που υποστηρίζω ήρθε δεύτερο στις χτεσινές εκλογές. Είμαι απαισιόδοξος γιατί είμαι σίγουρος ότι κανένα από τα δύο μεγάλα κόμματα δε θα ασχοληθεί με το να δώσει όραμα στους κατοίκους αυτής της χώρας. Είμαι απαισιόδοξος γιατί κανένας δεν απαιτεί από τους πολιτικούς μας το όραμα…

Τετάρτη 28 Μαΐου 2008

Τα παιδιά που καίνε κάλπες

του Πασχου Μανδραβελη*
Αλήθεια! Προς τι τόσος σπαραγμός για τις κατεστραμμένες κάλπες και τις ακυρωμένες πρυτανικές εκλογές; Πότε έπαψε να ισχύει στην Ελλάδα το δόγμα ότι «νόμος είναι το δίκιο κάθε διαμαρτυρόμενου» - ή έστω ό,τι αυτός θεωρεί δίκιο; Δηλαδή, τι έπρεπε να περιμένουμε από μια γενιά που τη γαλουχήσαμε στην ανομία και με επαναστατική γυμναστική; Να προτιμήσει τον νόμο του δικαίου ή το δίκαιο της (αυτοπροσδιοριζόμενης κάθε φορά) επανάστασης;
Ζούμε σε μια χώρα που μόλις πριν από λίγα χρόνια συζητούσε (στα σοβαρά και δημόσια) ότι το δίκαιο μπορεί να έχει αποχρώσεις. Επιχειρηματολογούσαν πολλοί ότι η δολοφονία για χάρη της «επανάστασης» πρέπει να αντιμετωπίζεται διαφορετικά από τη δολοφονία για τα μάτια μιας γυναίκας. Σε αυτήν την ίδια κοινωνία αναρωτιόμαστε ακόμη αν το «δίκιο» των ολίγων πρέπει να ακυρώνει την ελεύθερη διακίνηση των πολλών. Αν η καταστροφή περιουσίας με γκράφιτι και αφίσες νομιμοποιείται από τις διατάξεις που προστατεύουν την ελευθερία του λόγου. Αν η διαμαρτυρία αγιάζει τα αποτελέσματα. Αν κάποιος μπορεί να μπουκάρει με πανό στο Κοινοβούλιο και όταν συλληφθεί να κραυγάζει ότι «ποινικοποιείται η διαμαρτυρία». Αν τα ατομικά δικαιώματα είναι έννοια σταθμιζόμενη, για χάρη ευρύτερων κοινωνικών σκοπών.
Παράγινε ρευστή η έννοια του δικαίου σ’ αυτή τη χώρα. Οχι μόνο έργω, αλλά και λόγω. Δεν εννοούμε, δηλαδή, μόνο τη διάχυτη ανομία στην πολιτική, στην οικονομία, ακόμη και στην καθημερινότητα. Δεν αναφερόμαστε μόνο στα σκάνδαλα που έφυγαν αδιάβαστα και παρ’ όλο που μπήκαν στο αρχείο παράγουν (αρνητικό) ήθος. Ενα επιπλέον πρόβλημα είναι ότι πολλάκις θεωρητικοποιήσαμε την ανάγκη της ανομίας. Ας μην ξεχνάμε ότι πριν από μόλις λίγα χρόνια σ’ αυτήν εδώ τη χώρα ένας αρχιεπίσκοπος ζητούσε από την πολιτεία «να αφήσει τους νόμους να κοιμηθούν» και ο πρωθυπουργός της -έστω ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης- προσυπέγραφε το αίτημα. Μην πάμε παραπίσω, όταν ένας άλλος πρωθυπουργός διακήρυσσε ότι δεν πρέπει να υπάρχει «κανένας θεσμός», παρά «μόνο ο λαός».
Τα παιδιά που καίνε κάλπες γαλουχήθηκαν με το αίτημα της ανομίας. Το διακονούν πιστεύοντας πως υπηρετούν υψηλότερους σκοπούς. Εμαθαν ότι οι «δυναμικές ενέργειες» είναι αντίσταση και ότι η βία είναι μαμή της Ιστορίας. Αποφάσισαν, λοιπόν, να βάλουν ένα χεράκι στη γέννα. Εστω χτίζοντας πρυτάνεις στα γραφεία τους ή καίγοντας τις κάλπες. Ευτυχώς, είναι ελάχιστοι οι ακόμη πιο βιαστικοί μαιευτήρες που εκτρέπονται σε πιο «δυναμικές μορφές πάλης».
Δυστυχώς δεν τους είπαμε ότι η ανομία είναι η χειρότερη ταξική πολιτική. Δεν τους εξηγήσαμε ότι σε καθεστώς γενικευμένης κλεπτοκρατίας οι ισχυροί πάντα θα κλέβουν περισσότερο. Δεν διευκρινίσαμε ότι οι θεσμοί του νόμου φτιάχτηκαν για να προστατεύουν τους αδύναμους και ότι οι ισχυροί δεν τους χρειάζονται διότι επιβάλλουν τον νόμο της ισχύος.
Τα παιδιά που καίνε τις κάλπες είναι παιδιά μας. Εμείς τους δώσαμε τον δαυλό. Ετσι τα μάθαμε κι έτσι πορεύονται. Προς τι η έκπληξη λοιπόν για τις κάλπες που βρίσκονται στους σκουπιδοτενεκέδες;

Το κείμενο δημοσιεύτηκε την Κυριακή 25 Μαΐου 2008 στην Καθημερινή της Κυριακής

Τρίτη 13 Μαΐου 2008

«Τι Ανω, τι Νέα, το ίδιο είναι»

του Xρήστου Γιανναρά*
Αν αντέχουμε να δούμε την πραγματικότητα κατά πρόσωπο –να μην χρυσώνουμε για μας τους ίδιους το χάπι– θα παραδεχθούμε ότι το σκοπιανό «πρόβλημα» τέλειωσε με κατά κράτος ήττα του ελλαδικού μας κουκλοθέατρου: Τα Σκόπια «κλείδωσαν» το όνομα «Μακεδονία» (πέτυχαν να το εξασφαλίσουν οριστικά) με τη σύμφωνη γνώμη των «κομμάτων εξουσίας» στην Ελλάδα. Παζαρεύουν τώρα, τάχα με περισσή δυσαρέσκεια, έναν διακοσμητικό της ελληνικής πανωλεθρίας επιθετικό προσδιορισμό.
Οι ελλαδικές συντεχνίες εξουσίας επιδιώκουν, υποτίθεται, να είναι γεωγραφικός αυτός ο επιθετικός προσδιορισμός. Μοιάζει να μας λογαριάζουν τους πολίτες διανοητικά καθυστερημένους, ανίκανους να αντιληφθούμε ότι η προσθήκη γεωγραφικού προσδιορισμού, όταν παραμένει άθικτη στο Σύνταγμα των γειτόνων η εθνοφυλετική μονοπώληση της ονομασίας «Μακεδονία» (και ο συνακόλουθος αλυτρωτισμός), δεν μπορεί να είναι κάτι περισσότερο από στάχτη στα μάτια.
Αλλά οι υψαύχενες Σλάβοι των Σκοπίων αρνούνται και τον γεωγραφικό προσδιορισμό. Διαπραγματεύονται από θέσεως ισχύος: Εχουν οριστικά κατακτήσει το μείζον, το όνομα «Μακεδονία» και η διπλωματική τους περηφάνια, απόλυτα δικαιολογημένη, ενοχλείται να παραχωρήσει παρηγορητικό κουτόχορτο στους ψηφοφόρους της ελλαδικής κυρίας τής υπουργούσης («κρίμασιν οις πάντες οίδασι») τα διεθνή. Εσπευσε να βεβαιώσει τους ψηφοφόρους της η κυρία υπουργός ότι και ο προσδιορισμός «Νέα» Μακεδονία γεωγραφικός είναι, ας μοιάζει χρονικός - ιστορικός. Οι δε προσωπικοί της εγκάθετοι στα κρατικά τηλεοπτικά κανάλια αναμηρυκάζουν τη διαβεβαίωση σαν σταθερή επωδό: «Τι Ανω, τι Νέα Μακεδονία, το ίδιο είναι»!
Το δημοψήφισμα αποκλείστηκε εγκαίρως, οι συντεχνίες εξουσίας (και η Νέα Τάξη πραγμάτων) θέλουν τον λαό φιμωμένο για όλα τα καίρια προβλήματα του βίου του και του ιστορικού του μέλλοντος. Αποφασίζουν και διατάσσουν οι αποδεδειγμένα ανίκανοι να διαχειριστούν έστω και την αποκομιδή των σκουπιδιών στις πόλεις, η πιο ανυπόληπτη επαγγελματική κάστα της ελλαδικής κοινωνίας. Αυτοί διαπραγματεύονται αν θα επιβιώσει ιστορικά ο Ελληνισμός στη Μακεδονία, στην Κύπρο, στη Βόρεια Ηπειρο, στη Θράκη, στο Αιγαιακό Αρχιπέλαγος. Και η τρομακτική αυτή ιστορική ευθύνη δεν τους απασχολεί, το μόνο που τους κόφτει, φανερά και αδιάντροπα, είναι η επανεκλογή τους, το μεθοδικό μαγείρεμα της εκλογικής τους επιτυχίας.
Δεν ενδιαφέρει τους επαγγελματίες της εξουσίας αν η Θεσσαλονίκη αναδειχθεί από το ΝΑΤΟ σε Πρίστινα ενός «μακεδονικού» Κοσόβου. Δεν τους ενδιαφέρει αν το ελλαδικό κρατίδιο που εξουσιάζουν διαχειρίζεται, πριν από όλα, μια πανανθρώπινης σημασίας παρακαταθήκη πολιτισμού και τριτευόντως ή καθόλου μιαν εθνοφυλετική οντότητα. Εχουν προγραμματικά εξαρθρώσει κάθε δυνατότητα αποτελεσματικού κοινωνικού ελέγχου της εξουσίας. Επιτρέπουν και ενθαρρύνουν ακίνδυνες για την εξουσία εκτονώσεις αφελών, π.χ. διαδηλώσεις, πορείες, συλλαλητήρια. Τέτοιες εκτονώσεις είναι κομματικά οργανωμένες, επομένως ελεγχόμενες ασφυκτικά από την εξουσία: Πηγαίνει μπροστά η ντουντούκα, διαλαλεί τα προκάτ συνθήματα, και η αγέλη που ακολουθεί απλώς αναμηρυκάζει. Ολα αρχίζουν και τελειώνουν σε οικονομικές διεκδικήσεις. Εγγυημένο τέλμα.
Εχουν εξαρθρωθεί, με εκπλήσσουσα μεθοδικότητα και κοινή συναίνεση όλων των συντεχνιών εξουσίας, οι κυρίως δυνατότητες κοινωνικού ελέγχου της επαγγελματικής πολιτικής, δυνατότητες αποτελεσματικών αντιρρήσεων, καταγγελιών, διαμαρτυρίας. Ελάχιστο παράδειγμα: Αν κριτικές θέσεις, όπως αυτής εδώ της επιφυλλίδας, δημοσιεύονταν στη δεκαετία του 1960 με την υπογραφή ενός από τους γνωστούς τότε λόγιους επιφυλλιδογράφους, Θεοτοκά, Παπανούτσου, Τερζάκη, Χουρμούζιου, θα ήταν μάλλον το κυρίαρχο γεγονός της επικαιρότητας, όχι χωρίς καίριες πολιτικές επιπτώσεις. Σήμερα δεν υπάρχουν ονόματα λογίων («διανοουμένων» λέμε πια ανελληνίστως) που να μην έχουν μεθοδικά γυμνωθεί από κάθε κύρος ικανό να επηρεάσει την ελλαδική κοινωνία. Δεν υπάρχουν ακομμάτιστα πρόσωπα, με καθολική καταξίωση της ανιδιοτέλειας και ευθυκρισίας τους, για να καταγγείλουν αποτελεσματικά την ανεπάρκεια, την ιδιοτέλεια, την εγκληματική υπονόμευση της ιστορικής συνέχειας του Ελληνισμού από σπιθαμιαίους, τάχα και πολιτικούς.
Η απαξίωση και εξουδετέρωση των αδέσμευτων στην κρίση τους, οξυδερκών, εύτολμων στοχαστών μοιάζει να κατορθώθηκε με δύο τρόπους: Με την πολύ ευρύτερη καίρια λοβοτομή που επιχειρήθηκε στην ελλαδική κοινωνία, όταν καταργήθηκε θεσμικά κάθε αξιοκρατία, κάθε αξιολογική αποτίμηση, κάθε έλεγχος πειθαρχικός και ποιοτικός σε όλες τις πτυχές της κρατικής λειτουργίας και του κοινωνικού βίου. Με πολιτική πρωτοβουλία τού «Πασόκ», εκτελεστική εφαρμογή από τον «Συνασπισμό» και σιωπηρή συναίνεση της «Νέας Δημοκρατίας». Επιβλήθηκε σαν «δημοκρατία» η ισοπεδωτική εξομοίωση της γνώμης όλων. Επαψαν να υπάρχουν αριστείς, ειδήμονες, δοκιμασμένοι νόες. Κανένας πια Θεοτοκάς ή Παπανούτσος δεν μπορεί να είναι ανεκτός για να ασκήσει επιρροή στην ελλαδική κοινωνία, να καταγγείλει αυθαιρεσίες της εξουσίας. Μοναδική αυθεντία ο κομματικός λόγος και κυρίως η τηλεοπτική εκφορά του.
Δεύτερος τρόπος απαξίωσης των φυσικών εκφραστών κριτικής (κοινωνικής) της εξουσίας φαίνεται να είναι το αντάλλαγμα που εισέπραξε η φερόμενη ως Αριστερά για τη λεηλασία των συνθημάτων και των ψηφοφόρων της από το Πασόκ. Της παραδόθηκε, αντιστάσεως μη ούσης, η κυρίως εξουσία, η απόλυτη ιδεολογική κυριαρχία στην ελλαδική κοινωνία. Οι κυβερνήσεις έρχονται και παρέρχονται, παπανδρεϊκές, μητσοτακικές, σημιτικές, μικροκαραμανλικές, ο ιδεολογικός εξουσιασμός της κοινωνίας από την καριερίστικη «Αριστερά» παραμένει ολοκληρωτικός και αυτονόητος. Δεν υπάρχει λόγιος, καλλιτέχνης, προσωπικότητα έκτακτης προσφοράς, που θα αναγνωριστεί δημόσια και θα προβληθεί, αν δεν έχει θητεύσει σε «αριστερό» κομματικό στρατωνισμό. Οι αναφορές του Τύπου, η τηλεοπτική προβολή, οι θεσμικές διακρίσεις, τα βραβεία, οι τιμητικές ευθύνες, ο λιβανωτός των εξυμνήσεων προσφέρονται αποκλειστικά και μόνο σε πατενταρισμένους «αριστερούς».
Και οι «διακεκριμένοι» πολυδιαφημιζόμενοι εκλεκτοί της καριερίστικης «Αριστεράς» δεν θα αντιταχθούν ποτέ στην αποδόμηση του πατριωτισμού των Ελλήνων, αντίθετα: πάντοτε πλειοδοτούν. Γλώσσα, εδαφική ακεραιότητα, ιστορική συνείδηση, πολιτιστική ετερότητα, τα λογαριάζει η καριερίστικη «Αριστερά» (το αποδείχνει με κάθε ευκαιρία) αντιδραστικές προκαταλήψεις, που εμποδίζουν τον θρίαμβο του Ιστορικού Υλισμού.
Ετσι, οι σπιθαμιαίοι τυχάρπαστοι, υπουργούντες εναλλακτικά τα διεθνή και διαχειριζόμενοι την ιστορική επιβίωση του Ελληνισμού στη Μακεδονία, στην Κύπρο, στη Βόρεια Ηπειρο, στη Θράκη, στο Αιγαιακό Αρχιπέλαγος, μπορούν να είναι ήσυχοι. Κανένας λόγιος με λόγο κοινωνικά αποτελεσματικό δεν θα ενοχλήσει τον ιδιοτελή ενδοτισμό τους. Πειθαρχώντας στην ιδεολογική κυριαρχία της «Αριστεράς» και εξασφαλίζοντας εγκαθέτους στην τηλεόραση, μπορούν άνετα να γράψουν Ιστορία.
Ιστορία έγραψε και ο Ηρόστρατος. Γιατί όχι;

Το κείμενο δημοσιεύτηκε την Κυριακή 4 Μαΐου 2008 στην Καθημερινή της Κυριακής

Τρίτη 1 Απριλίου 2008

Μπλοκαρισμένα πανεπιστήμια

του Γιωργου Παγουλατου*
Ξέρω πολλούς που το ενδιαφέρον τους για το ελληνικό πανεπιστήμιο θυμίζει τη συγκαταβατική περιέργεια ενός πολιτισμένου ανθρώπου για τα ήθη της φυλής των Γιανομάμι. Συνήθως έχουν ένα κοινό: τα παιδιά τους θα σπουδάσουν στο εξωτερικό.
Ξέρω όμως πολύ περισσότερους που παρακολουθούν τα ελληνικά ΑΕΙ με αγωνία. Είναι κυρίως αυτοί για τους οποίους το διεθνές μπακαλορεά είναι πολύ ακριβό και οι σπουδές στο εξωτερικό απρόσιτες. Αν το ελληνικό πανεπιστήμιο υστερεί στις διεθνείς κατατάξεις, προοιωνίζεται κάτι για τις ευκαιρίες που θα έχουν τα παιδιά τους στην αυριανή διεθνοποιημένη κοινωνία. Αποτελούν την πλειονότητα και είναι οι μεγάλοι ριγμένοι. Οπου το δημόσιο πανεπιστήμιο αποτυγχάνει, αποτυγχάνει για λογαριασμό τους.
Τα πράγματα δεν είναι μαύρο-άσπρο. Ποτέ ελληνικά ΑΕΙ δεν στελεχώνονταν με τόσους πολλούς διεθνώς αξιόλογους πανεπιστημιακούς. Ποτέ οι υλικές υποδομές δεν ήταν καλύτερες, παρά την υποχρηματοδότηση: την τελευταία δεκαετία αμφιθέατρα, βιβλιοθήκες, εργαστήρια σύγχρονης τεχνολογίας έχουν μειώσει την απόσταση από τις πανεπιστημιακές μητροπόλεις. Πολλά βέβαια μένουν να γίνουν. Κάποια –προσοχή!– κινδυνεύουν να χαθούν. Οπως η κοινοτική χρηματοδότηση των ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών, που επιτρέπουν ηλεκτρονική πρόσβαση όλων των ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας σε 13.500 διεθνή επιστημονικά περιοδικά (έργο αφοσιωμένων πανεπιστημιακών όπως ο Βασίλης Παπάζογλου). Το υπουργείο Παιδείας δεν τη συμπεριέλαβε στην Αναπτυξιακή Στρατηγική 2007-13. Χωρίς κοινοτική χρηματοδότηση οι βιβλιοθήκες κινδυνεύουν να συρρικνωθούν στην προ του 1996 κατάσταση και οι υποχρεώσεις μας προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ερευνας να μείνουν στον αέρα.
Τι φταίει; Παρά τις πρόσφατες ως επί το πλείστον θετικές αλλαγές, τα πανεπιστήμια παραμένουν δέσμια ενός αναχρονιστικού θεσμικού πλαισίου, που αποτυπώνει ακόμα τον κρατικό κορπορατισμό της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου. Προτεραιότητα τότε είχε ο «εκδημοκρατισμός». Και ο νόμος-πλαίσιο 1268/82 ανταποκρίθηκε στην προτεραιότητα αυτή. Η αυταρχική έδρα καταργήθηκε, οι πανεπιστημιακοί βοηθοί έγιναν μέλη ΔΕΠ, η φοιτητική συμμετοχή θεσμοθετήθηκε σε πολύ υψηλά ποσοστά, επιβραβεύοντας τους αγώνες του φοιτητικού κινήματος. Το ακαδημαϊκό άσυλο κατοχυρώθηκε με σιδηρές διατάξεις – ήταν νωπές οι μνήμες μιας περιόδου που ασφαλίτες και παρακρατικοί τρομοκρατούσαν φοιτητές και καθηγητές αριστερών πεποιθήσεων.

Γερνώντας όμως οι θεσμικές διευθετήσεις προσβάλλονται από τον νόμο των αθέλητων συνεπειών. Επιλύουν μεν τα προβλήματα για τα οποία θεσπίστηκαν, δημιουργούν όμως άλλα, παρενέργειες που δεν προέβλεψαν ή δεν επιδίωξαν. Η ακαδημαϊκή ελευθερία είναι προ πολλού κεκτημένη – όχι όμως εάν οι απόψεις ενοχλούν τις ακραίες μειοψηφίες που νέμονται το πανεπιστήμιο. Η φοιτητική συμμετοχή είναι δεδομένη – αλλά ομάδες εκπροσώπων μπορούν να διαλύουν συγκλήτους, συνελεύσεις και εκλογές. Η σύνοδος πρυτάνεων συνεδριάζει σε ξενοδοχεία, εκτός πανεπιστημίου, για να προστατευτεί από το άσυλο! Στο όνομα του ασύλου, η δημόσια περιουσία καταστρέφεται ξανά και ξανά. Πώς συμβιβάζεται η δημοκρατία με την ανομία και την αυθαιρεσία;
Οταν ο εκδημοκρατισμός ολοκληρώθηκε και η σκόνη έκατσε, έγιναν ορατές οι μακροχρόνιες παρενέργειες: μετριοκρατία, ισοπεδωτική ομοιομορφία, κρατική γραφειοκρατία, κομματοκρατία, βία των μειοψηφιών. Ενα πανεπιστήμιο μπλοκαρισμένο, στις χειρότερες στιγμές του να θυμίζει τη μελαγχολική φράση του Ευγένιου Ο’ Νιλ: «δεν υπάρχει εδώ παρόν ή μέλλον: μόνο το παρελθόν επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά...».
Θεσμοί παρωχημένοι παράγουν αγκυλώσεις και δυσλειτουργίες. Εξελίσσονται σε ιερές αγελάδες που μπερδεύονται στα πόδια μας χωρίς κανείς να τολμά να τις αγγίξει. Εκτρέφουν προσοδοθηρικά συμφέροντα που υπερασπίζονται με κάθε τρόπο τη διαιώνισή τους. Το θεσμικό πλαίσιο των ΑΕΙ παρέχει στα κόμματα εξουσίας υπέρμετρες δυνατότητες πολιτικών παρεμβάσεων: από πελατειακή σπορά νέων πανεπιστημιακών τμημάτων μέχρι εκλογές πρυτανικών αρχών. Φοιτητικές παρατάξεις ελέγχουν πανεπιστήμια. Ομάδες καθηγητών λειτουργούν προστατευμένες από εξωτερική ακαδημαϊκή αξιολόγηση. Τυπολάτρες κρατικοί γραφειοκράτες συνθλίβουν υπεύθυνους πανεπιστημιακούς διότι τόλμησαν να ασκήσουν αποτελεσματική αυτοδιοίκηση, όπως θα έκανε κάθε σοβαρό ΑΕΙ στον κόσμο. (Ρωτήστε για τη συνεχιζόμενη περιπέτεια των καθηγητών της επιτροπής ερευνών του διακεκριμένου Πανεπιστημίου Κρήτης...).
Στο μπλοκαρισμένο αυτό σκηνικό η σημαντικότερη ώθηση έρχεται από την Ευρώπη. Προτεραιότητα του 1974-82 ήταν ο εκδημοκρατισμός. Προτεραιότητα σήμερα παραμένουν ο εξευρωπαϊσμός, η διεθνοποίηση, η ποιότητα της εκπαίδευσης σε μια ανταγωνιστική κοινωνία γνώσης. Η Ευρωπαϊκή Ενωση μιλά ήδη για την «πέμπτη ελευθερία»: μετά την ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων, αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων, η ελεύθερη μετακίνηση της γνώσης, των φοιτητών, των ερευνητών. Ανοιχτοί ορίζοντες, διεθνής άμιλλα. Για να τρέξει το δημόσιο πανεπιστήμιο θέλει πραγματική αυτονομία, αξιολόγηση και πολυτυπία. Θεσμική πολλαπλότητα και πολυμορφία. Διαφορετικούς τύπους σχολών, διαφορετικούς κανόνες λειτουργίας όπου χρειάζεται. Ισχυρές πανεπιστημιακές διοικήσεις, με διαχειριστική ευελιξία και δημόσια λογοδοσία.

Περισσότερο από ποτέ, ο δρόμος για ένα δημόσιο πανεπιστήμιο ανοιχτών ευκαιριών και κοινωνικής συνοχής περνά από την επιδίωξη της ποιότητας και της αριστείας. Και αυτή η ατζέντα μεταρρύθμισης παραμένει ανοιχτή.

* Ο κ. Γ. Παγουλάτος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2008

Η αμερικανική πολιτική στα Βαλκάνια

του Κωνσταντίνου Αρβανιτόπουλου*
Η εμπλοκή των Αμερικανών στα Βαλκάνια, και επί του προκειμένου στο Κοσσυφοπέδιο και στα Σκόπια αποτελεί τμήμα μιας ευρύτερης γεωπολιτικής στρατηγικής που στοχεύει στον έλεγχο της Ευρασίας. Ο έλεγχος της ευρασιατικής μάζας, αποτελεί πάγιο γεωπολιτικό στόχο των ΗΠΑ για την επίτευξη του οποίου ενεπλάκησαν σε δύο παγκόσμιους πολέμους και σε έναν πεντηκονταετή Ψυχρό Πόλεμο.
Μετά τον ψυχρό Πόλεμο οι ΗΠΑ προσπαθούν να ελέγξουν την Ευρασία με την εδραίωση της παρουσίας τους και την αποτροπή της ανάδυσης κάποιας ανταγωνιστικής δύναμης (Γερμανία, Ενωμένη Ευρώπη, Ρωσία), η οποία θα ηγεμόνευε στη στρατηγικής σημασίας περιοχή. Η αμερικανική στρατηγική εκδιπλώνεται σε τρία περιφερειακά υποσυστήματα της Ευρασίας (Ανατολική Ευρώπη – Βαλκάνια – Κεντρική Ασία), στα οποία οι ΗΠΑ έσπευσαν να πληρώσουν το γεωπολιτικό κενό που δημιουργήθηκε από την αποχώρηση της Σοβιετικής Ένωσης. Η χαρτογραφική απεικόνιση της αμερικανικής παρουσίας στις τρεις αυτές περιφέρειες, προδίδει την de facto μετεξέλιξη του δόγματος της ανάσχεσης σε δόγμα «λανθάνουσας περικύκλωσης» της Ρωσίας, αλλά και τον περιορισμό της αυτονόμησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της διατήρησης της αμυντικής εξάρτησης της Ευρώπης από την Ατλαντική Συμμαχία.
Στην Ευρώπη, η γιουγκοσλαβική κρίση και η αδυναμία των Ευρωπαίων να επιλύσουν την κρίση αυτή προσέφερε το ανέλπιστο πρόσχημα στους Αμερικανούς για να δικαιολογήσουν την ανανέωση της παρουσίας τους στην Ευρώπη μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και να διευρύνουν, τελικώς, αντί να διαλύσουν το ΝΑΤΟ, το οποίο με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης είχε εκπληρώσει τους σκοπούς για τους οποίους ιδρύθηκε.
Στην Κεντρική Ασία, μια σημαντική συνέπεια της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης ήταν η αποδέσμευση σημαντικών πηγών ενέργειας από τον κυριαρχικό έλεγχο της Μόσχας. Ο έλεγχος των πηγών αυτών ενέργειας καθώς και των οδών που θα μεταφέρουν τους ενεργειακούς πόρους (κυρίως το πετρέλαιο) στη Δύση έχει πυροδοτήσει ένα νέο ανταγωνισμό ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία.
Στα Βαλκάνια, η αμερικανική παρουσία καλύπτει ένα χώρο που παραδοσιακά ανήκε στη σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά και επιμέρους στόχους. Πρώτον, ανακόπτεται η γερμανική κάθοδος στα Βαλκάνια, η οποία είχε διαφανεί ως γεωπολιτικός στόχος της Γερμανίας με τον ρόλο της στην απόσχιση της Κροατίας και της Σλοβενίας από τη Γιουγκοσλαβία και την περαιτέρω επιρροή της στις χώρες αυτές. Ο δεύτερος επιμέρους στόχος αφορά στον έλεγχο των Βαλκανίων ως εναλλακτικής ενεργειακής πύλης της Δύσης.
Η εν γένει συμπεριφορά των ΗΠΑ στα Βαλκάνια σηματοδοτεί μια ουσιαστική αλλαγή στην άσκηση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Στο παρελθόν, η αμερικανική εξωτερική πολιτική διαμορφωνόταν με βάση την αρχή της θεωρίας του ρεαλισμού περί μη επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις κυρίαρχων κρατών. Οι Αμερικανοί διέβησαν αυτό το Ρουβικώνα και, πλέον, με το πρόσχημα της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των εθνοτικών ομάδων επεμβαίνουν στα εσωτερικά των κρατών.
Η εξέλιξη αυτή είναι άκρως αποσταθεροποιητική, καθώς δίνει το κίνητρο σε εθνοτικές μειονότητες να ακολουθούν αδιάλλακτη και μαξιμαλιστική στρατηγική, προκειμένου να προκαλέσουν την επέμβαση της Δύσης για να επιτύχουν αποσχιστικούς στόχους.
Μια τέτοια πρακτική θα αποσταθεροποιήσει το διεθνές σύστημα, ενώ στα Βαλκάνια θα οδηγήσει στη δημιουργία «εθνικώς καθαρών» μικρών κρατών, τα οποία θα είναι πλήρως εξαρτημένα στο αμερικανικό άρμα, καθώς αλλιώς δεν θα μπορούν να επιβιώσουν (Αλβανία, Σκόπια, Κόσοβο). Μια άλλη αποσταθεροποιητική συνέπεια της αμερικανικής πολιτικής είναι η ανάδειξη του ΝΑΤΟ ως του κυρίαρχου εργαλείου επιβολής των αμερικανικών στόχων και η περαιτέρω περιθωριοποίηση του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών καθώς και η περιθωριοποίηση της αδύναμης πολιτικά Ευρωπαϊκής Ένωσης στο διεθνοπολιτικό επίπεδο, και ιδιαίτερα σε εξελίξεις που διαδραματίζονται στο άμεσο γεωπολιτικό της περιβάλλον.

*Ο κ. Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Γενικός Διευθυντής του Ιδρύματος Κωνσταντίνος Καραμανλής.


Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε την Πέμπτη 6 Μαρτίου 2008 στην εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ